ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΡΑΝΤΗ ΣΕ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Συνέδριο με τίτλο "Περιφερειακή Ανάπτυξη και Κοινωνική Επιχειρηματικότητα", διοργάνωσε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΒΕΑ) και το Ελληνικό Ινστιτούτο Επιχειρηματικότητας και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΙΕΑ), υπό την αιγίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας, την Τρίτη 19 Μαρτίου στο ΕΒΕΑ


Στο επίκεντρο της συζήτησης ήταν η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης μέσω της ενδυνάμωσης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και απασχόλησης σε συνδυασμό με την ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης.

Στο συνέδριο μετείχε o πρόεδρος της ΠΕΔΑ και δήμαρχος Αγίων Αναργύρων-Καματερού κ. Νίκος Σαράντης, ο οποίος αναφερόμενος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και Κοινωνική Οικονομία, προσδιόρισε τα «κλειδιά» για επιτυχημένες συμπράξεις της Αυτοδιοίκησης με τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας, ώστε να δοθεί μια μόνιμη ώθηση στην τοπική ανάπτυξη.


Από το χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης παραβρέθηκαν επίσης ο Περιφερειάρχης Αττικής Γιάννης Σγουρός και η υποψήφια Περιφερειάρχης Αττικής κα. Ρένα Δούρου, ενώ την εκδήλωση χαιρέτισαν, μεταξύ άλλων ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Αθανάσιος Τσαυτάρης, ο υφυπουργός εργασίας Βασίλης Κεγκέρογλου και ο Πρόεδρος  του ΕΒΕΑ Κων/νος Μίχαλος.


 

Ακολουθεί η ομιλία του Προέδρου της ΠΕΔΑ και δημάρχου Αγ.Αναργύρων-Καματερού Νίκου Σαράντη:

«Οι οικονομικές δραστηριότητες που εντάσσονται στον λεγόμενο «τρίτο τομέα», την κοινωνική οικονομία, έχουν από τη φύση τους έντονο τον τοπικό χαρακτήρα, τουλάχιστον στα πρώτα τους βήματα. Αφενός γιατί συνήθως συγκροτούνται από ομάδες πολιτών με τοπική αναφορά, αφετέρου γιατί τα πιο πρόσφορα αντικείμενα τους συνδέονται με την παροχή υπηρεσιών στην κοινότητα ή την παραγωγή προϊόντων με τοπικά χαρακτηριστικά.

Ο προσανατολισμός αυτός της κοινωνικής οικονομίας είναι απαραίτητος για να αποκτήσουν οι δραστηριότητες της ένα οικονομικό συγκριτικό πλεονέκτημα. Η τυχόν φιλοδοξία μιας κοινωνικής επιχείρησης, συνεταιριστικής ή παρόμοιας μορφής, να εισέλθει κατευθείαν στην αγορά των μαζικών καταναλωτικών προϊόντων θα την έφερνε πολύ γρήγορα μπροστά σε δυσεπίλυτα προβλήματα χρηματοδότησης αλλά και επαρκούς δικτύου διανομής, διαφημιστικής προβολής και ούτω καθεξής.

Αλλά και ο βασικός σκοπός των επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας δεν είναι η συσσώρευση κεφαλαίου μέσω της διαρκούς επέκτασης των δραστηριοτήτων τους αλλά η δημιουργία και διατήρηση των θέσεων απασχόλησης.

Η κερδοφορία αντικειμενικά αποτελεί προϋπόθεση για αυτή τη στήριξη της απασχόλησης, αλλά μια κερδοφορία που επανεπενδύεται στην παραγωγική διαδικασία και δεν μετατρέπεται σε αποθησαυρισμό ή σε άλλα χρηματοπιστωτικά εργαλεία.

Είναι λοιπόν συνυφασμένες οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας με την τόνωση της απασχόλησης και την ανάπτυξη σε τοπική κλίμακα.

Και κατά συνέπεια είναι αυτονόητη η κοινότητα επιδιώξεων και συμφερόντων τους με την Πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση.

Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, η Τοπική Αυτοδιοίκηση στη χώρα μας αποπειράθηκε να στηρίξει την τοπική ανάπτυξη και απασχόληση με την άμεση παρέμβαση της. Οι Δημοτικές Επιχειρήσεις που πολλαπλασιάστηκαν κάποια στιγμή μετέτρεψαν την Αυτοδιοίκηση σε επιχειρηματικό φορέα ενός πλήθους δραστηριοτήτων. Από την εστίαση και την αναψυχή μέχρι την παραγωγή αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.

Τα αποτελέσματα αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της Αυτοδιοίκησης δεν ήταν πάντα επιτυχή, με αποτέλεσμα στις πιο πολλές περιπτώσεις την εγκατάλειψη τους. Τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν είναι γνωστά:

 

η δυσκολία ανάληψης επιχειρηματικής δράσης με δημοσιουπαλληλικές δομές, οι δυσκαμψίες στην οικονομική διοίκηση, περιστατικά αδιαφανούς διαχείρισης, η αντίφαση ανάμεσα στην επιθυμία για ποιοτική εξυπηρέτηση των πολιτών σε οικονομικές τιμές και στην ανάγκη για μια στοιχειώδη μικτή κερδοφορία.

 

Η σύμπραξη της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης με φορείς της κοινωνικής οικονομίας μπορεί λοιπόν να καλύψει την ανάγκη στήριξης της τοπικής ανάπτυξης χωρίς να εκθέτει την Αυτοδιοίκηση στους προαναφερόμενους κινδύνους.

Στις συμπράξεις αυτές η Αυτοδιοίκηση σε πολλές περιπτώσεις είναι δυνατόν να αποτελεί τον αγοραστή των υπηρεσιών των επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας. Γιατί η Αυτοδιοίκηση έχει ανειλημμένες υποχρεώσεις προς τους πολίτες, που αφορούν μεγάλο αριθμό τομέων της κοινωνικής ζωής. Συχνά οι αρμοδιότητες της αυτές, ρητές ή τεκμαιρόμενες, υπερβαίνουν τις δυνατότητες της, ιδιαίτερα μέσα στο πλαίσιο της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής.

Σε μια τέτοια σύμπραξη, η Τοπική Αυτοδιοίκηση λειτουργεί ως εκφραστής και εκπρόσωπος της τοπικής κοινωνίας και διασφαλίζει τις αναγκαίες για το σύνολο ή μέρη του υπηρεσίες, προσφεύγοντας σε ένα άλλο μέρος του κοινωνικού συνόλου, τους πολίτες που συμμετέχουν στην κοινωνική επιχειρηματική μορφή.

Η Αυτοδιοίκηση μπορεί να διαδραματίσει και έναν πιο σύνθετο ρόλο: να συμπράξει με την κοινωνική επιχείρηση για την οργάνωση της παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών ή

να διαμορφώσει θεσμικά το κατάλληλο τοπικό επιχειρηματικό περιβάλλον για να ευδοκιμήσουν αυτές οι επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

Η έννοια του θεσμικού περιβάλλοντος για την επιχειρηματικότητα είναι κρίσιμη στην αναπτυξιακή οικονομική. Στην περίπτωση της Αυτοδιοίκησης συνδέεται με την αξιοποίηση των τοπικών χαρακτηριστικών και συγκριτικών πλεονεκτημάτων και τη δημιουργία πλεγμάτων οικονομικών δραστηριοτήτων που αλληλοϋποστηρίζονται.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας επιτυχημένης δράσης της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης είναι η περίπτωση του Μέτσοβου στην Ήπειρο. Με τον συντονισμό του Δήμου οι παραδοσιακές τοπικές συνεταιριστικές τυροκομικές μονάδες συνέδεσαν την προβολή των προϊόντων τους με την τουριστική κίνηση της περιοχής και τη γενικότερη ταυτότητα της. Δημιουργήθηκε δηλαδή το λεγόμενο τοπικό branding (μπράντινγκ), μια εικόνα για την πόλη που συνδυάζει τα τοπικά προϊόντα με την τοπική αρχιτεκτονική και τη φύση της περιοχής και αναδεικνύει μια μοναδικότητα ταυτότητας. Τα οικονομικά αποτελέσματα της πολιτικής αυτής ήταν πολύ θετικά για την πόλη και την τοπική απασχόληση.

Στη σημερινή συγκυρία, με την εκρηκτική άνοδο της ανεργίας, οι δράσεις που θεωρούνται αυτονόητες είναι αυτές που άμεσα ανακουφίζουν το πρόβλημα με την επιδοτούμενη συνήθως απασχόληση των ανέργων. Ωστόσο πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι αυτές οι δράσεις συνήθως έχουν περιορισμένα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Εξαντλούνται στα όρια του λεγόμενου «πολιτικού κύκλου», δηλαδή στην απασχόληση των ανέργων για χρονικά διαστήματα μεταξύ δυο εκλογικών αναμετρήσεων.

Για να ξεπεράσουμε αυτό τον περιορισμό και να δημιουργήσουμε πραγματικά βιώσιμες κοινωνικές επιχειρήσεις, πρέπει να οικοδομήσουμε όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας τους πέραν των όποιων αρχικών επιδοτήσεων στην απασχόληση από Ευρωπαϊκούς πόρους.

Αυτό συνεπάγεται να καταστρώσουμε μια πολιτική κοστολόγησης των προϊόντων και υπηρεσιών της κοινωνικής επιχείρησης που δεν αποσκοπεί αποκλειστικά στην στήριξη των οικονομικά αδύναμων πολιτών αλλά και στη βιωσιμότητα της δραστηριότητας.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της δυσκολίας, που μάλιστα αφορά τη συνεργασία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την κοινωνική οικονομία, μας έρχεται από τη Βρετανία. Εκεί, με δεδομένη την μακροχρόνια έλλειψη κατοικιών, έχει καθιερωθεί ο θεσμός της «κοινωνικής στέγης». Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας κατασκευάζουν ή ανακαινίζουν και στη συνέχεια προσφέρουν προς ενοικίαση κατοικίες για τους οικονομικά αδύναμους πολίτες.

Η πολιτική που έχει ακολουθηθεί για δεκαετίες είναι αυτή των χαμηλών ενοικίων, πολύ χαμηλότερων αυτά του ιδιωτικού τομέα. Φυσική συνέπεια είναι οι αιτήσεις πολιτών να είναι περισσότερες από τις διαθέσιμες κατοικίες. Όμως τα πολύ χαμηλά ενοίκια, άρα τα χαμηλά έσοδα της Αυτοδιοίκησης και των κοινωνικών επιχειρήσεων από τη δραστηριότητα αυτή, κάνουν δύσκολη τη χρηματοδότηση κατασκευής νέων κατοικιών με τραπεζικό δανεισμό, με αποτέλεσμα ο θεσμός να έχει χάσει τη δυναμική του τα τελευταία χρόνια.

Ένα διαφορετικό παράδειγμα, εξαιρετικά πετυχημένης συνεργασίας της Αυτοδιοίκησης με επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας, μας έρχεται από την Ισπανία. Στην περιοχή του Μοντραγκόν ξεκίνησε τη δεκαετία του 50 μια συνεταιριστική επιχείρηση που γρήγορα ταυτίστηκε με την Αυτοδιοίκηση και τη γενική ταυτότητα της περιοχής.

Σήμερα, ο όμιλος Μοντραγκόν αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στη χώρα, με κοινοτικό Πανεπιστήμιο και πολυεθνικό δίκτυο διανομής των προϊόντων του. Το κλειδί της επιτυχίας ήταν η ομόθυμη στήριξη από το σύνολο των κατοίκων, που αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα καταναλωτών κάθε προϊόντος του συνεταιρισμού και η θεσμική προσπάθεια από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές για επίλυση των αναμενόμενων παιδικών ασθενειών κάθε παρόμοιου εγχειρήματος.

Προτεραιότητα στην απασχόληση, θεσμική στήριξη από την Αυτοδιοίκηση, οργάνωση με κοινωνικά αλλά βιώσιμα κριτήρια, αξιοποίηση των τοπικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων και της αίσθησης ταυτότητας της πόλης.

Αυτά είναι τα κλειδιά για επιτυχημένες συμπράξεις της Αυτοδιοίκησης με τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας, ώστε να δοθεί μια μόνιμη ώθηση στην τοπική ανάπτυξη.»

 

Μοιράσου την σελίδα